Με τον όρο ενδοκαρδίτιδα εννοούμε την λοίμωξη του εσωτερικού της καρδιάς. Η προσβολή αφορά κυρίως, τις φυσικές βαλβίδες, τις τεχνητές βαλβίδες και ιστούς σε ορισμένες συγγενείς ανωμαλίες (μεσοκοιλιακή επικοινωνία, βοτάλειος πόρος, στένωση του ισθμού της αορτής, τετραλογία Fallot).
Συνήθως συμβαίνει σε άτομα που παρουσιάζουν μικροβιαιμία από κάποιο τραυματισμό, χειρουργική επέμβαση ή οδοντιατρική εργασία, αλλά και μέσω της χρήσης ενδοφλέβιων ναρκωτικών.
Ανάλογα με την επιθετικότητα του μολυσματικού οργανισμού, η καρδιακή βλάβη που προκαλείται από την ενδοκαρδίτιδα μπορεί να είναι γρήγορη και σοβαρή (οξεία ενδοκαρδίτιδα) ή βραδύτερη και λιγότερο δραματική (υποξεία ενδοκαρδίτιδα).
Οι αλλοιώσεις εντοπίζονται συχνότερα στη μιτροειδή και την αορτική βαλβίδα, μεμονωμένα ή και ταυτόχρονα. Σπανιότερα αφορούν την τριγλώχινα βαλβίδα, κάτι που παρατηρείται κυρίως σε χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών, καθώς και σε υπό ανοσοκαταστολή ασθενείς.
Χαρακτηριστική βλάβη είναι οι εκβλαστήσεις οι οποίες κάθονται πάνω στις βαλβίδες σαν ρόγες σταφυλιού. Από τις εκβλαστήσεις αυτές μπορεί να αποσπώνται τμήματα, τα οποία διαμέσου της κυκλοφορίας του αίματος μπορεί να ενσφηνωθούν σε κάποια αρτηρία, προκαλώντας εμβολή. Οι εκβλαστήσεις αυτές μπορεί να προκαλέσουν νέκρωση των ιστών.
Αιτιολογικοί Παράγοντες Λοιμώδους Ενδοκαρδίτιδας | |
Μικροοργανισμοί | Συχνότητα % |
Στρεπτόκοκκοι | 60 - 80 |
Πρασινίζοντες στρεπτόκοκκοι | 30 - 40 |
Εντερόκοκκοι | 20 - 35 |
Άλλοι στρεπτόκοκκοι | 15 - 25 |
Σταφυλόκοκκοι | 20 - 35 |
Χρυσίζων σταφυλόκοκκος | 10 - 27 |
Επιδερμικός σταφυλόκοκκος | 1 - 3 |
Gram (-) αερόβιοι βάκιλλοι | 1,5 - 13 |
Μύκητες | 2 - 4 |
Μικτές λοιμώξεις Gram (+) και Gram (-) | 1 - 2 |
Αρνητικές καλλιέργειες | 5 - 24 |
Η εξέλιξη της ενδοκαρδίτιδας άνευ θεραπείας είναι, κατά κανόνα, θανατηφόρα. Η επιβίωση της νόσου, από της ενάρξεως των συμπτωμάτων, κυμαίνεται από 4 εβδομάδες μέχρι 6 μήνες, ανάλογα με το αν πρόκειται για οξεία ή υποξεία κλινική μορφή. Η έγκαιρη διάγνωση και η άμεση έναρξη της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, μειώνει τη θνησιμότητα της νόσου στο 10-30%, όταν πρόκειται για προσβολή των φυσικών βαλβίδων και στο 28-50% όταν αφορά προσθετικές βαλβίδες.
Η οξεία ενδοκαρδίτιδα συνήθως εμφανίζεται όταν ένα επιθετικό είδος δερματικών βακτηριδίων προσβάλει μια κανονική καρδιακή βαλβίδα. Οι χρήστες ενδοφλεβίων (IV) ναρκωτικών διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο οξείας ενδοκαρδίτιδας.
Η υποξεία ενδοκαρδίτιδα παρουσιάζεται σε ασθενείς που έχουν ένα γαστρεντερικό πρόβλημα, όπως η εκκολπωματίτιδα ή ο καρκίνος του κόλου. Η υποξεία ενδοκαρδίτιδα τείνει να προσβάλει παθολογικές καρδιακές βαλβίδες. Η υποξεία βακτηριακή ενδοκαρδίτιδα προκαλεί συχνά μη ειδικά συμπτώματα που μπορούν να παραμείνουν για πολλές εβδομάδες πριν από τη διάγνωση.
Η σημαντικότερη αιτία θανάτου σε ασθενείς με ενδοκαρδίτιδα είναι η καρδιακή ανεπάρκεια που οφείλεται, είτε σε μεγάλη βλάβη της προσβληθείσης βαλβίδας, είτε σε μυοκαρδιακή ανεπάρκεια.
Η εμφάνισή της συνοδεύεται από αίσθημα γενικής κακουχίας, υψηλό πυρετό με ρίγος, ταχυκαρδία, μυαλγίες και αρθραλγίες. Σπάνιες εκδηλώσεις είναι οι πετέχιες στο δέρμα, αιμορραγίες στον αμφιβληστροειδή, διόγκωση του σπλήνα, οζίδια του Osler (επώδυνες διογκώσεις στις ρόγες των δακτύλων), οι βλάβες του Janeway (επώδυνες και ανώμαλες βλάβες στη παλάμη και το πέλμα). Πιο σπάνια μπορεί να έχουμε εμβολές στον εγκέφαλο η στα πόδια.
Οι πιθανοί παράγοντες κινδύνου για την ενδοκαρδίτιδα, αποτελούν το ιστορικό συγγενών καρδιακών παθήσεων, του ρευματικού πυρετού, μιας προσθετικής καρδιακής βαλβίδας ή βηματοδότη, χρήσης ναρκωτικών και πρόσφατης ιατρικής ή οδοντιατρικής διαδικασίας (οδοντιατρική πράξη, περιοδοντική χειρουργική, βρογχοσκόπηση, ορισμένες διαγνωστικές εξετάσεις της ουρογεννητικής οδού, κολοσκόπηση).
Οι καλλιέργειες αίματος, το υπερηχοκαρδιογράφημα, διαθωρακικό ή διοισοφάγειο, η αξονική τομογραφία είναι απαραίτητες εξετάσεις για τη διάγνωση.
Η κλινική εξέταση αποκαλύπτει φύσημα ανεπάρκειας της μιτροειδούς ή της αορτικής βαλβίδας και το οποίο εμφανίζεται αιφνίδια, λόγω καταστροφής των βαλβίδων. Η καταστροφή των βαλβίδων μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια που εκδηλώνεται με δύσπνοια ή οξύ πνευμονικό οίδημα.
H διάγνωση γίνεται με την κλινική εξέταση και το ιστορικό του ασθενή, και κατοχυρώνεται με το ΗΚΓ, και τον εργαστηριακό έλεγχο. Οι καλλιέργειες του αίματος τις περισσότερες φορές και όχι όλες μπορούν να απομονώσουν τον υπεύθυνο μικροοργανισμό και να καθορίσουν την ευαισθησία του στα αντιβιοτικά. Σημαντικό όπλο στη διάγνωση της ενδοκαρδίτιδας είναι το υπερηχοκαρδιογράφημα είτε διαθωρακικό είτε διοισοφάγειο. Σε αυτό διαπιστώνονται οι χαρακτηριστικές για την πάθηση εκβλαστήσεις στις βαλβίδες και οι επιπλοκές της όπως η βαλβιδική ανεπάρκεια, η παραβαλβιδική διαφυγή, η ρήξη του δακτυλίου στήριξης της βαλβίδας και το απόστημα.
Όταν η ενδοκαρδίτιδα προκαλείται από βακτηριακή λοίμωξη, συνήθως αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά από τέσσερις έως έξι εβδομάδες. Ο τύπος του αντιβιοτικού και η διάρκεια της θεραπείας εξαρτώνται από τα αποτελέσματα των καλλιεργειών αίματος. Η αντιβιοτική θεραπεία χορηγείται ενδοφλέβια (μέσω φλέβας) και ο ασθενής πρέπει να νοσηλεύεται σε νοσοκομείο.
Μερικές φορές η μολυσμένη καρδιακή βαλβίδα πρέπει να αντικαθίσταται χειρουργικά με μία προσθετική βαλβίδα και σε ελάχιστες περιπτώσεις με πλαστική της βαλβίδας. Οι ενδείξεις για χειρουργική επέμβαση μπορεί να περιλαμβάνουν: την στένωση ή ανεπάρκεια της μολυσμένης καρδιακής βαλβίδας, τον σχηματισμό αποστήματος γύρω από καρδιακή βαλβίδα και την ενδοκαρδίτιδα που προκαλείται από οργανισμό που δεν ανταποκρίνεται στα αντιβιοτικά, όπως για παράδειγμα, η μυκητιασική ενδοκαρδίτιδα συχνά αποκρίνεται ανεπαρκώς σε ενδοφλέβια αντιμυκητιασικά φάρμακα, την ανάπτυξη εκβλαστήσεων μεγαλύτερων από 10 χιλιοστά) που προσκολλούνται σε καρδιακή βαλβίδα και δεν συρρικνώνονται με αντιβιοτική θεραπεία και οι επαναλαμβανόμενες εμβολές, όπως για παράδειγμα τα επαναλαμβανόμενα εγκεφαλικά επεισόδια από εμβολή στον εγκέφαλο.
Με έγκαιρη διάγνωση και σωστή ιατρική περίθαλψη, το 90% των ασθενών με βακτηριακή ενδοκαρδίτιδα ανακάμπτει. Εκείνοι των οποίων η ενδοκαρδίτιδα επηρεάζει τη δεξιά πλευρά της καρδιάς έχουν συνήθως καλύτερη αντίληψη από όσους εμπλέκονται στην αριστερή πλευρά. Σε περιπτώσεις όπου η ενδοκαρδίτιδα προκαλείται από μύκητες, η πρόγνωση είναι συνήθως χειρότερη από ό, τι για τη βακτηριακή ενδοκαρδίτιδα.
Ορισμένες πιθανές επιπλοκές της ενδοκαρδίτιδας περιλαμβάνουν την συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, την πνευμονική ή συστηματικές εμβολές και τα νεφρολογικά προβλήματα.
Εάν η οξεία ενδοκαρδίτιδα παραμένει χωρίς θεραπεία, μπορεί να είναι θανατηφόρος σε λιγότερο από έξι εβδομάδες. Η υποξεία ενδοκαρδίτιδα χωρίς θεραπεία μπορεί να προκαλέσει θάνατο εντός έξι εβδομάδων έως ενός έτους.