O διαχωρισμός της αορτής ονομάζεται η κατάσταση εκείνη όπου η ροή του αίματος γίνεται μέσα από τον αυλό του αγγείου (αληθής αυλός), αλλά και ανάμεσα στις τρεις στοιβάδες της αορτής μετά από ένα σχίσιμο της εσωτερικής στοιβάδας (ψευδής αυλός).

Ο αορτικός διαχωρισμός είναι η πλέον συχνή επείγουσα κατάσταση από τις παθήσεις του θώρακος.

Μαζί με το ενδοτοιχωματικό αίματωμα της αορτής και το διατιτραίνον αθηρωματικό έλκος της αορτής αποτελούν τις τρεις μορφές του οξέος αορτικού συνδρόμου.  Η αντιμετώπισή τους είναι επείγουσα χειρουργική. 

Η κατιούσα θωρακική αορτή περιλαμβάνει το τμήμα από την αριστερή υποκλείδιο αρτηρία έως το αορτικό τρήμα του διαφράγματος.

Όταν η κατιούσα αορτή είναι μεγαλύτερη από το 50% της υπόλοιπης φυσιολογικής θωρακικής αορτής του ίδιου ατόμου, τότε μιλάμε για ανεύρυσμα της.

Η φυσιολογική διάμετρος της είναι περίπου 28χιλ..

Το αορτικό τόξο είναι το τμήμα της αορτής μεταξύ της ανιούσας αορτής και της κατιούσας αορτής που δίνει αίμα στα αγγεία του εγκεφάλου και των άνω ακρών.

Το ανεύρυσμα είναι η μόνιμη εντοπισμένη, ή σε μεγαλύτερη έκταση, διάταση της αορτής.

Σε γενικές γραμμές, αν το ανεύρυσμα είναι από 5,5 εκατοστά και πάνω, πρέπει να χειρουργείται.

Η αορτή είναι η μεγαλύτερη αρτηρία του σώματος μας, πού μεταφέρει, με τους διαφόρους κλάδους της, αίμα σε όλο το σώμα μας.

Η θωρακική αορτή διακρίνεται σε ρίζα αορτής (το πρώτο τμήμα της που περιλαμβάνει και την αορτική βαλβίδα), ανιούσα αορτή, αορτικό τόξο (που δίνει αίμα στα αγγεία του εγκεφάλου και των άνω ακρών), και την κατιούσα θωρακική αορτή. Συνεχίζει την πορεία της δια του διαφράγματος στην κοιλιά (κοιλιακή αορτή) πού δίνει αίμα στα κάτω άκρα.