Το σύνδρομο Loeys-Dietz (LDS) οφείλεται στη μετάλλαξη του γονιδίου TGFBR1 ή TGFBR2 (transforming growth factor beta receptor 1 or 2) και εκφράζεται με αυτοσωματικό επικρατούντα χαρακτήρα, προκαλώντας προβλήματα που σχετίζονται με τον συνδετικό ιστό. Εκτός της κληρονομικότητας, παρατηρούνται και σποραδικές περιπτώσεις που οφείλονται καθαρά σε καινούρια μετάλλαξη.
Για πρώτη φορά περιγράφηκε ως σύνδρομο από τον Dr. Bart Loeys και τον Dr. Hal Dietz το 2005. Δεν έχει υπολογισθεί ακόμη η πιθανότητα γέννησης ατόμου με το σύνδρομο, αν και έχουν διαγνωσθεί 300 με 500 περιστατικά παγκοσμίως.
Η έκφραση του συνδρόμου έχει ευρέα όρια και δύο άτομα ποτέ δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αφού προσβάλλονται πολλαπλά συστήματα όπως είναι το μυοσκελετικό, το δέρμα και το καρδιαγγειακό.
Η παθολογία στην γναθοπροσωπική χώρα χαρακτηρίζεται από κρανιοσυνοστεώση, μικρογναθία, υδροκεφαλία, λυκόστομα με δισχιδή σταφυλή, ελαφρά κλίση προς τα κάτω των ματιών, ο υπερτελορισμός (μεγάλη απόσταση των ματιών), ενώ ο σκληρός χιτώνας τους είναι μπλε. Το δέρμα μπορεί να είναι διάφανο, μαλακό, με εύκολη δημιουργία από μώλωπες και ουλές, ενώ δημιουργούνται συχνά κήλες.
Ο σκελετός χαρακτηρίζεται από αραχνοδακτυλία, ραιιβοιπποποδία, σκολίωση, αστάθεια ΑΜΣΣ, χαλαρότητα αρθρώσεων και δυσπλασία προσθίου θωρακικού τοιχώματος (σκαφοειδή ή τροπιδοειδή θώρακα).
Στην προσβολή του καρδιαγγειακού περιγράφονται τα συγγενή ελλείμματα καρδιάς που περιλαμβάνουν τον ανοικτό αρτηριακό (βοτάλλειο) πόρο, τη μεσοκολπική ή μεσοκοιλιακή επικοινωνία και τη διγλώχινα βαλβίδα, τα αορτικά ανευρύσματα και η ελίκωση των αρτηριών άλλων σημείων του σώματος.
Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι οι χαρακτηριστικές εκδηλώσεις του συνδρόμου αποτελούν η κρανιοσυνοστέωση, τα αορτικά ανευρύσματα, οι αρτηριακές ελικώσεις, ο υπερτελορισμός, το διάφανο δέρμα και το λυκόστομα.
Η διαφορική διάγνωση του συνδρόμου γίνεται κυρίως από το σύνδρομο Μάρφαν και το σύνδρομο Ehlers-Danlos (EDS). Στην πρώτη περίπτωση εκδηλώσεις που χαρακτηρίζουν το σύνδρομο Μάρφαν είναι η εκτοπία των φακών και η δολιχοστενομελία (τα μακρά και πολύ λεπτά άκρα). Από την άλλη μεριά ασθενείς με σύνδρομο LDS παρουσιάζουν διάφανο δέρμα και εύκολη δημιουργία ουλών και μωλώπων, όπως και καρδιακά ελλείμματα, λυκόστομα και ραιιβοιπποποδία. Τέλος, από τον γενετικό έλεγχο αποκαλύπτεται ότι το σύνδρομο Μάρφαν οφείλεται σε μετάλλαξη του γονιδίου fibrillin-1.
Όσον αφορά τον αγγειακό τύπο του συνδρόμου EDS οι εκδηλώσεις από το δέρμα είναι κοινές, αλλά το σύνδρομο LDS χαρακτηρίζεται από υπερτελορισμό και δισχιδή σταφυλή. Τέλος, η βιοψία δέρματος αποκαλύπτει την ανωμαλία του κολλαγόνου που είναι υπεύθυνη για το σύνδρομο EDS.
Ειδικά με την προσβολή της αορτής, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η οικογενής εμφάνιση των ανευρυσμάτων και των διαχωρισμών της αορτής (TAAD) δεν συνοδεύεται από σκελετικές εκδηλώσεις, το σύνδρομο Μάρφαν συνοδεύεται από χαρακτηριστικές σκελετικές εκδηλώσεις και το σύνδρομο LDS από όλα τα παραπάνω και επιπρόσθετα δυσμορφικές εκδηλώσεις, αρτηριακές ελικώσεις και σε μερικές περιπτώσεις ήπια νοητική υστέρηση.
Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται στα παιδιά με βάση τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά και την ύπαρξη νόσου στην αορτή. Απαραίτητες εξετάσεις για την αορτή αποτελούν το υπερηχοκαρδιογράφημα, η αξονική τομογραφία και η μαγνητική τομογραφία. Τελικά, η διάγνωση επισημοποιείται από το ειδικό γενετικό τέστ που αποκαλύπτει την ύπαρξη της μετάλλαξης. Μετά τη διάγνωση, ο έλεγχος ολοκληρώνεται με τη διερεύνηση ύπαρξης του συνδρόμου σε όλη την οικογένεια.
Οι ασθενείς με το σύνδρομο έχουν πολύ μεγάλο κίνδυνο για ρήξη της αορτής. Για το λόγο αυτό η πρώιμη διάγνωση και η θεραπεία της νόσου στην αορτή είναι κρίσιμη για τη ζωή του ασθενή. Συνιστάται η φαρμακοθεραπεία με χορήγηση συνδυασμού β-αναστολέων και λοσαρτάνης, η οποία έχει αποδειχθεί σε μελέτες σε επίμυες ότι μειώνει της ενεργοποίηση της TGF-Β που φαίνεται ότι είναι υπεύθυνη για τις αγγειακές επιπλοκές. Ο τακτικός έλεγχος με ολόσωμη αξονική ή μαγνητική τομογραφία είναι επιτακτικός. Η αντικατάσταση της αορτής σε οποιοδήποτε τμήμα της είναι συχνή επέμβαση για τους ασθενείς του συνδρόμου, ενώ η αντικατάσταση της αορτικής ρίζας ενδείκνυται όταν η διάμετρος είναι 4.2 εκατοστά και πάνω. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αντίστοιχη αντικατάσταση στους ασθενείς με σύνδρομο Μάρφαν ενδείκνυται σε διάμετρο μεγαλύτερη των 4.5 εκατοστών, ενώ στον γενικό πληθυσμό σε διάμετρο μεγαλύτερη των 5.5 εκατοστών.
Επιπρόσθετα οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται με απλές ακτινογραφίες της ΑΜΣΣ ή και αξονική τομογραφία, λόγω των ανωμαλιών των σπονδύλων και του κινδύνου αστάθειας της σπονδυλικής στήλης.
Η άσκηση των ατόμων με το σύνδρομο βοηθά στην επιβράδυνση της αύξησης και των ανωμαλιών της αορτής και των αρτηριών γενικά. Σε γενικές γραμμές απαγορεύονται τα σπορ επαφής, ανύψωσης βαρών και μυικής γράμμωσης. Η αεροβική γυμναστική ενδείκνυται χωρίς εκσεσημασμένες ασκήσεις όπως είναι τα push-ups. Απόλυτη ένδειξη έχει το περπάτημα, το ελαφρύ τροχάδην (jogging) το κολύμπι και η ποδηλασία. Γενικός κανόνας είναι ότι το επίπεδο της άσκησης πρέπει να είναι τέτοιο ώστε το άτομο μπορεί συγχρόνως να συνομιλεί.
Όσον αφορά τις ορθοπαιδικές επεμβάσεις, αυτές μπορεί να εκτελεσθούν για την αντιμετώπιση της σκολίωσης, των ανωμαλιών του άκρου ποδός, ενώ για τις ανωμαλίες του προσθίου θωρακικού τοιχώματος μόνο για κοσμητικούς λόγους.
Η ρήξη της αορτής είναι η πλέον συνήθης αιτία θανάτου, ενώ η ρήξη άλλων αρτηριών αποτελεί συνήθη αιτία αγνώστου προελεύσεως πόνου. Επίσης η αστάθεια της ΑΜΣΣ μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές νευρολογικής και κινητικής φύσης. Τέλος, η εγκυμοσύνη στις γυναίκες που πάσχουν είναι υψηλού κινδύνου αφού μπορεί να παρουσιάσουν τόσο αορτικό διαχωρισμό ή ρήξη της αορτής, όσο και ρήξη της μήτρας. Επίσης, η χορήγηση της λοσαρτάνης στους ασθενείς αυτούς δεν ενδείκνυται αφού έχει κατηγορηθεί για τερατογένεση.